Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για σπίλος στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

άσπιλ|ος <-η, -ο> [ˈaspilɔs] ΕΠΊΘ και μτφ

σπίνος [ˈspinɔs] SUBST αρσ

άψιλ|ος <-η, -ο> [ˈapsilɔs] ΕΠΊΘ

σπόρος [ˈspɔrɔs] SUBST αρσ

1. σπόρος (που σπέρνεται):

Samen αρσ

2. σπόρος (καρπού):

Kern αρσ
Pinienkern αρσ
Sojabohnen θηλ πλ

3. σπόρος μτφ (αρχικό αίτιο):

Keim αρσ

βάκιλος [ˈvacilɔs] SUBST αρσ

πιλότος (πιλοτίνα) [piˈlɔtɔs, pilɔˈtina] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

2. πιλότος ΝΑΥΣ:

Lotse αρσ

ψιλ|ός <-ή, -ό> [psiˈlɔs] ΕΠΊΘ

1. ψιλός (άμμος, κεντήματα):

das Kleingedruckte ουδ ενικ

2. ψιλός (λεπτός, όχι παχύς):

3. ψιλός (ήχος: διαπεραστικός):

I . φίλ|ος <-η, -ο> [ˈfilɔs] ΕΠΊΘ

1. φίλος (αγαπητός):

2. φίλος (που είναι φίλος):

δειλ|ός <-ή, -ό> [ðiˈlɔs] ΕΠΊΘ

κοίλ|ος <-η, -ο> [ˈcilɔs] ΕΠΊΘ

1. κοίλος (κούφιος, σκαμμένος προς τα μέσα):

2. κοίλος (καθρέφτης):

Νείλος [ˈnilɔs] SUBST αρσ

χείλος [ˈçilɔs] SUBST ουδ

1. χείλος (χείλι):

Lippe θηλ

2. χείλος (αιδοίου):

Schamlippe θηλ
große/kleine Schamlippen θηλ πλ

3. χείλος (άκρη):

Rand αρσ

σπαν|ός <-ή, -ό> [spaˈnɔs] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский