Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για απαιτητικός στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

απαιτητικ|ός <-ή, -ό> [apɛtitiˈkɔs] ΕΠΊΘ (άνθρωπος, δουλειά)

απαιτητικός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский