Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για λοξός στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

λοξ|ός <-ή, -ό> [lɔˈksɔs] ΕΠΊΘ και μτφ (από χαρακτήρα)

λοξός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский