στο λεξικό PONS
I. θνητ|ός <-ή, -ό> [θniˈtɔs] ΕΠΊΘ
- θνητός
-
II. θνητ|ός [θniˈtɔs] SUBST αρσ πλ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.