Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για απερισκεψία στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

απερισκεψία [apɛriscɛˈpsia] SUBST θηλ

απερισκεψία
Unbedachtheit θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Italiano | Русский